ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
πρωτογενή γλωσσικά δεδομένα (τα) | primary linguistic data |
πρωτογενές επιτελεστικό | primary performative |
Πρωτογενής απόκριση (η) | primary response |
πρωτογενής πηγή (η) | primary source |
πρωτογενής διάσπαση (η) | primary split |
πρωτόγονες γλώσσες (οι) | primitive languages |
πρωτογενές κατηγόρημα (το) | primitive predicate |
πρωτογενές υλικό | source material |
Πρωτοβουλία Κωδικοποίησης Κειμένων (η) | TEI |
Πρωτοβουλία Κωδικοποίησης Κειμένων (η) | Text Encoding Initiative (TEI) |