ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

2236 results
Greek Term English Term
αρχή «πρόταξης δράστη» (η) «actor first» preference
αντίστροφο λεξικό (το) a tergo dictionary
αποκωδικοποιητής A* (ο) A* decoder
Αφαρική (η) (γλώσσα) AA
ΑΑΑ (Αφροαμερικανική Αγγλική) (η) AAE (African American English)
Αφροαμερικανική Αγγλική (η) AAE (African American English)
Αφροαμερικανική Καθομιλουμένη Αγγλική (ΑΚΑ) (η) AAVE (African American Vernacular English)
Αμπχαζιανή (γλώσσα) (η) AB
α-τονούμενο (το) a-bar
αναφορική δέσμευση σε μη-οργανική θέση (η) a-bar-binding