ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Χάιντα (η) (γλώσσα) | Haida |
χαβαϊανή (η) | Hawaian / Hawaiian |
Χαβανέζικα (τα) | Hawaian / Hawaiian |
χαϊδευτικό (το) | hypocoristic |
Χακαλτέκ (η) (γλώσσα) | Jacaltec |
χαλαρή συνωνυμία (η) | loose synonymy |
Χαλαρή ταυτότητα (η) | sloppy identity |
Χαλαρή ταυτότητα (η) | sloppy identity |
Χ-τονούμενο (το) | X |
Χ-τονούμενο (το) | X-bar (χ̄ or X’) |