ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

284 results
Greek Term English Term
Χάιντα (η) (γλώσσα) Haida
χαβαϊανή (η) Hawaian / Hawaiian
Χαβανέζικα (τα) Hawaian / Hawaiian
χαϊδευτικό (το) hypocoristic
Χακαλτέκ (η) (γλώσσα) Jacaltec
χαλαρή συνωνυμία (η) loose synonymy
Χαλαρή ταυτότητα (η) sloppy identity
Χαλαρή ταυτότητα (η) sloppy identity
Χ-τονούμενο (το) X
Χ-τονούμενο (το) X-bar (χ̄ or X’)