ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
δυϊστής (ο) | dualist |
δυϊστικός-ή-ό | dualist |
δυναμική κατανομή | dynamic allocation |
δυναμική γλωσσολογία | dynamic linguistics |
δυναμική περιοχή | dynamic range |
δύναμη (η) | force |
Δυνάμει λεξικό (το) | potential lexicon |
δυνάμει προϋπόθεση (η) | potential presupposition |
Δυνάμει λέξη (η) | potential word |
δυναμικά μη τονισμένος-η-ο | unstressed |