ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
κινηματική (η) | kinematics |
κινητική (η) | kinetics |
Κινηματική (η) | kinematics / Cenematics (2) |
κινήνημα (το) | kineme |
κινηματική (η), Κινηματολογία (η) | kinemics |
κινηματικός,-ή,-ό | kinesic |
κινηματική (η), Κινηματολογία (η) | kinesics |
κινηματολογία (η) | kinesics |
κινητικός,-ή,-ό | kinetic |
όρος συγγένειας (ο) | kinship term |