ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
πυρήνας (ο) | core |
Πυρήνας3 (ο), πυρηνικός-ή-ό | core |
πυκνότητα μαθήματος (η) | course density |
Πυκνή περιοχή/γειτονιά (η) | dense neighbourhood |
πυρήνας (ο) | kernel |
Πυρηνικά αγγλικά (τα) | Nuclear English |
πυρηνικές κατηγορήσεις (οι) | nuclear predications |
πυρηνικός μουσικός τόνος (ο) | nuclear tone |
πυρήνας (ο) | nucleus |
πύον | pus |