ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
κινημικός,-ή,-ό cenemic
κινημικός,-ή,-ό cinemic
κινηματοραδιογραφικός,-ή,-ό cineradiographic
Κίνηση (η) Gesture / movement
κινηματική μορφή (η) kine
κινήνημα (το) kineme
κινηματική (η), Κινηματολογία (η) kinemics
κινηματικός,-ή,-ό kinesic
κινηματική (η), Κινηματολογία (η) kinesics
κινηματολογία (η) kinesics