ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
εξάγω extract
αποσπώ extract
Εξαγωγή (η) extraction
Εξαγωγή (η) extraction
εξαγωγή ορολογικών δεδομένων extraction of terminological data
εξωγραμματικές ιδιωματικές φράσεις (οι) extragrammatical idioms
εξωγλωσσικός extralinguistic
εξωγλωσσικό περιβάλλον extralinguistic environment
εξωγλωσσική πληροφορία, εγκυκλοπαιδική πληροφορία (η) extra-linguistic information
έξτρα-μακρύς (ο) extra-long