ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εξάγω | extract |
αποσπώ | extract |
Εξαγωγή (η) | extraction |
Εξαγωγή (η) | extraction |
εξαγωγή ορολογικών δεδομένων | extraction of terminological data |
εξωγραμματικές ιδιωματικές φράσεις (οι) | extragrammatical idioms |
εξωγλωσσικός | extralinguistic |
εξωγλωσσικό περιβάλλον | extralinguistic environment |
εξωγλωσσική πληροφορία, εγκυκλοπαιδική πληροφορία (η) | extra-linguistic information |
έξτρα-μακρύς (ο) | extra-long |