ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Χόσα | Xhosa |
Χόσα (η) (γλώσσα) | XH |
Χ-τονούμενο (το) | X-bar (χ̄ or X’) |
Χ-τονούμενο (το) | X |
χαρακτηρισμός χρήσης (ο) | word-class label |
ΧΦ-wh | wh-XP |
χυδαιολογία (η) | vulgarism |
χαρακτήρας φωνής (ο) | voice qualifier |
χρόνος εκκίνησης φωνής | voice onset time (VOT) |
χαρακτήρας φωνής (ο), Φωνητήριος / φωνητικός χαρακτήρας (ο), φωνητικός προσδιορισμός (ο) | vocal qualifier |