ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

284 results
Greek Term English Term
χαρακτηριστική λειτουργία (η) characteristic function
χαρακτηρίζω characterize
χαρακτηριστική χρήση (η) charecteristic use
χάρτης (ο) chart
χείρημα (το) chereme
Χερεμίς/Τσερεμίς (η) (γλώσσα) Cheremis
χειρολογία (η) cherology
χιασμός (ο) chiasmus
χιμπατζής τσιντσιλά (ο) chinchilla
χαρακτηριστικό επιλογής (το) choice feature