ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
ταχυφημία (η) battarism
τύπος βάσης (ο) base form
τομέας βάσης (ο) base component
τόνος (ο) bar
τονούμενος,-η,-ο bar
Τονούμενος-η-ο, τόνος (ο) bar
τράπεζα φίλτρων (η) bank-of-filters
τελευταίο μέρος (το) back matter
ταυτοποίηση του συγγραφέα (η) authorship identification
της όψης aspectual