ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
πεδίο αναφορικής δέσμευσης (το) | A-binding field |
περιορισμός του α πάνω στο α (ο) | a-over-constraint |
Πεπιεσμένες πτυχές (οι), Πεπιεσμένες χορδές (οι) | abducted |
προφορά (η) | accent |
προφορά (η) | accent |
προφορά (η), τόνος (ο) | accent |
προφορά (η) | accent |
περισπωμένη (η) | accent circumflex |
πρόσβαση (η) | access |
προφίλ πρόσβασης (το) | access profile |