ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

160 results
Greek Term English Term
νοητικό λεξικό (το) mental lexicon
νοητική γραμματική (η) mental grammar
νοηματική μάθηση (η) meaningful learning
νοηματικές προεκτάσεις (οι) meaning extensions
νόημα (το) meaning
νοηματική γλώσσα (η) manual language
νόμος του Λάιμαν (ο) Lyman’s Law
νομιμοποίηση (η) licensing
νομιμοποιητής (ο) licenser
νομιμοποιώ license