ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
κελάηδισμα (πουλιών) (το) bird song
Κόρπους Μπέρμινγκχαμ (το) Birmingham Corpus
καθομιλουμένη των αγγλόφωνων Αφροαμερικανών (η) Black English
καθομιλουμένη των αγγλόφωνων Αφροαμερικανών (η) Black English vernacular
κόψη της γλώσσας (η) blade
κενό (το) blank
κανόνας απαγόρευσης (ο) bleeding rule
κατηγορία αποκλεισμού (η) blocking category
κλάδος (ο) branch
Κλάδος (ο) branch