ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εξωτερική επάρκεια | external adequacy |
external adequacy | |
εξωτερικό όρισμα | external argument |
εξωτερικός αιτιακός παράγοντας (ο) | external causal factors |
εξωτερικές συνθήκες επάρκειας (οι) | external conditions of adequacy |
εξωτερική διγλωσσία | external diglossia |
Εξωτερική απόδειξη (η) | external evidence |
Εξωτερική απόδειξη (η) | external evidence |
εξωτερικοί παράγοντες (οι) | external factors |
Εξωτερική συγχώνευση (η) | external merge |