ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
πρώτο σκέλος | first part |
πρωτο- | proto- |
πρωτο-τύπος (ο) | proto form |
Πρωτο-Αυστραλιανή (η) (γλώσσα) | Proto-Australian |
Πρωτο-Γερμανικός-ή-ό | Proto-Germanic |
Πρωτο-Ινδοευρωπαϊκός-ή-ό | Proto-Indo-European(PIE) |
πρωτο-γλώσσα | proto-language |
Πρωτο-ρόλος (ο) | proto-role |
πρωτο-σκηνή (η) | proto-scene |
πρωτολέξη (η) | proto-word / vocable |