ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
δείκτης άρνησης (ο) | negator |
διαπραγματευση (η) | negotiation |
διαπραγματευση της σημασίας (η) | negotiation of meaning |
Περιβάλλον2 (το), γειτονιά (η)¶ | neighbourhood |
Νένετς (η) (γλώσσα) | Nenets |
νεοκλασικό σύνθετο (το) | neoclassical compound |
Νεο-Ντέιβιντσονικός-ή-ό / νέο-ντέιβιντσον (του) | neo-Davidsonian |
νεοφιρθιανός,-ή,-ό | neo-Firthian |
νεοχουμπολτιανισμός (ο) | neo-Humboldtianism |
Νέα Νότια Αραβική (η) (γλώσσα) | Neo-South Arabic |