ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Εγιάκ-Αθαμπάσκα (η) (γλωσσική οικογένεια) | Eyak–Athabaskan |
ευσταχιανή σάλπιγγα | eystachian tybe |
Περσικά | FA |
πρόσωπο | face |
πράξη προστασίας του προσώπου | face saving act |
πράξη απειλητική για το πρόσωπο | face threatening act |
αλληλεπίδραση πρόσωπο με πρόσωπο (η) | face to face interaction |
λ-επιβολή (λειτουργική επιβολή) (η) | f-command |
λ-περιγραφή (λειτουργική περιγραφή) (η) | f-description |
λειτουργική δομή (η) | f-structure |