ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| ομαδική εργασία (η) | group work |
| ομαδοποίηση (η) | grouping |
| χαρακτήρας ομαδοποίησης (ο) | grouping character |
| ομαδοποίηση δεδομένων (η) | grouping of data |
| Τζι-Σερτς (το) (σύστημα) | Gsearch |
| Γκουτζαράτι (η) (γλώσσα) | GU |
| ποιότητα (η) | guality |
| ποσοδείκτης (ο) | guantifier |
| ποσότητα (η) | guantity |
| Γκουαρανί (η) (γλώσσα) | Guarani |