ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Ουάσο (η) (γλώσσα) | Washo |
Νόμος του Ουάτκιν (ο) | Watkin’s Law |
κύμα (το) | wave |
Κύμα (το), κυματικός-ή-ό | wave |
κυματομορφή | wave form |
συρραφή κυματομορφών | wave form concatenation |
μετωπικό κύμα | wave front |
θεωρία κύματος | wave theory |
ασθενής-ής-ές | weak |
Ασθενή (τεμάχια) (τα) | weak (segments) |