ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ελάχιστη γραμματική μονάδα (η) | tax |
τάξημα (το) | taxeme |
κλάσημα (το) | taxeme |
τακτικοί περιορισμοί(οι) | taxis |
διατακτική(η) | taxis |
ταξινομικός-ή-ό | taxonomic |
ταξινομική ανάλυση (η) | taxonomic analysis |
ταξινομική ιεραρχία (η) | taxonomic hierarchy |
ταξινομική γλωσσολογία | taxonomic linguistics |
ταξινομικός δομισμός/στρουκτουραλισμός (ο) | taxonomic structuralism |