ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
φατική γλώσσα (η) | phatic language |
Φατική (επι)κοινωνία (η) / επαφική (επι)κοινωνία (η) | phatic communion |
φατική (επι)κοινωνία (η) | phatic communion |
φασματογράφος (ο) | spectrograph |
φασματογραφήματα στενής ζώνης (τα) | narrow-band spectrograms |
φασματογράφημα ισοϋψών | contour spectrogram |
φασματογράφημα ευρείας ζώνης | wide-band spectrogram |
φασματογράφημα βραχείας διάρκειας | short-time spectrogram |
φασματογράφημα | spectrogram |
φασματικός-ή-ό | spectral |