ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

720 results
Greek Term English Term
ταυτοποίηση του συγγραφέα (η) authorship identification
ταυτόχρονη εγκυρότητα (η) concurrent validity
ταυτότητα (η) identification
Ταυτότητα (η) Identity (ident)
Ταυτόχρονη διπλογλωσσία/διγλωσσία (η) simultaneous bilingualism
ταυτόχρονη διερμηνεία (η) simultaneous interpretation
Ταυτόχρονη διερμηνεία (η) simultaneous interpretation
ταυτοσύλλαβος-η-ο, tautosyllabic
ταυτοσυλλαβικός-ή-ό tautosyllabic
Ταυτοσύλλαβος-η-ο, ταυτοσυλλαβικός-ή-ό tautosyllabic