ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Τ (tu) (εσύ) | T |
Ταγαλογική (η), Ταγκαλόγκ (η) (γλώσσα) | Tagalog |
τάγμα (το) | tagma |
ταγματική (η) | tagmatics |
τάγμημα (το) | tagmeme |
ταγμηματική ανάλυση | tagmemic analysis |
ταγμηματική (η) | tagmemics |
Τάι (η) (γλώσσα) | Tai |
Τάι-Καντάι (η) (γλώσσα) | Tai-Kadai |
Ταγαλογική (η), Ταγκαλόγκ (η) (γλώσσα) | TL |