ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
καλύτερο παράδειγμα (το) best example
καλύτερο ταίριασμα (το) best match
καλύτερη διαδρομή (η) best path
καλύτερο μονοπάτι (το) best path
Καμ-Ταϊλανδέζικη (η) (γλώσσα) Cam-Thai
καλυμμένος covered
καλυμμένος,-η,-ο covert
Καμπαρντιανή (η) (γλώσσα) Kabard
Καμ (η) (γλώσσα) Kam
καλυμμένος/κρυμμένος προεγέρτης (ο) masked prime