ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| νοητικό διάστημα (το) | mental space |
| νοητικό εδάφιο (το) | mental space |
| Νοητικοί χώροι (οι) | Mental spaces |
| δικτυωτό πλέγμα νοητικών διαστημάτων (το) | mental spaces lattice |
| θεωρία των νοητικών διαστημάτων (η) | mental spaces theory |
| νοητική γλώσσα (η) | mentalese |
| νοησιαρχία (η) | mentalism |
| Νοησιαρχία (η), μενταλισμός (ο) | mentalism |
| νοησιαρχικός,-ή,-ό | mentalistic |
| νοησιαρχική γλωσσολογία (η) | mentalistic linguistics |