ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| χωρίς μελωδικό τόνο, μη δυναμικά τονισμένος-η-ο, δυναμικά μη τονισμένος-η-ο | unstressed |
| Μη συλλαβοποιημένος-η-ο | unsyllabified |
| άχρονος-η-ο | untensed |
| χωρίς χρόνο | untensed |
| Άχρονος-η-ο, χωρίς χρόνο | untensed |
| άηχος,-η,-ο | unvoiced |
| Άηχος-η-ο | Unvoiced / voiceless |
| άηχο σύμφωνο | unvoiced consonant |
| βέλος προς τα πάνω (το) | up arrow |
| ενημερώνω | update |