ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| ρούνος (ο) | rune |
| επαναλαμβανόμενο υποσέλιδο (το) | running foot |
| υποσημείωση (η) | running foot |
| επαναλαμβανόμενη κεφαλίδα (η), ρουμπρίκα (η) | running head |
| συνεχής τίτλος (ο) | running head |
| τρέξιμο του συμφυρμού (το), επεξεργασία (η) | running the blend |
| εντεθειμένο λήμμα | run-on entry |
| εσωτερικό λήμμα/ενδολήμμα | run-on entry |
| ενδολήμματα | run-on/nested entries |
| εσωτερικά λήμματα | run-on/nested entries |