ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
χαρακτηριστικό ρηματικότητας | verbal feature |
ρηματική ομάδα | verbal group |
μετακίνηση ρηματικού συνόλου | verbal group movement |
λεκτικό παράδειγμα (το) | verbal illustration |
λεκτική μάθηση (η) | verbal learning |
ρηματικό ουσιαστικό | verbal noun |
λεκτική παραφασία (η) | verbal paraphasia |
ρηματικό μόριο | verbal particle |
λεκτικό παιχνίδι(το) | verbal play |
λεκτικό ρεπερτόριο (το) | verbal repertoire |