ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
χαρακτηριστικό γλωσσικό στοιχείο συγκεκριμένης ομάδας (το), | shibboleth |
χαλαρωμένες φωνητικές πτυχές (οι) | slack vocal folds |
χαλαρότητα | slackening |
χαλάρωση | slackening |
Χαλαρή ταυτότητα (η) | sloppy identity |
Χαλαρή ταυτότητα (η) | sloppy identity |
χαρακτηριστικό πηγής | source feature |
χώρος (ο), διάστημα (το) | space |
χαρακτήρας διαστήματος | space character |
χωρική γραμματική (η), γραμματική του χώρου (η) | space grammar |