ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
ποιόν ενεργείας (το) | aspect |
ποιότητα (η) | guality |
ποικιλότητα παραδειγματική (η) | paradigmatic variability |
ποιότητα (η) | quality |
ποικιλότητα | variability |
ποικιλιακή γλωσσολογία (η) | variational linguistics |
ποικιλόχρωμο βάβισμα (το) | variegated babbling |
ποιόν ενεργείας | verbal aspect |
ποιότητα ομιλίας | voice quality |
ποιος είναι ποιος (έργο αναφοράς) | who’s who |