ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1763 results
Greek Term English Term
ποσοδείκτης (ο) guantifier
ποσοστόσημο τοις εκατό (το) percent sign
πορτμαντό (το) porte-manteau / portmanteau
Πορτογαλέζικα (τα) Portuguese
Πορτογαλέζικα PT
Ποσ.(Ποσοδείκτης) Q
ποσοδεικτική ένδειξη (η) quantification
ποσοδεικτικός προσδιορισμός (ο) quantification
ποσοδείκτης (ο) quantifier
ποσοδείκτες (οι) quantifiers