ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
κύριο συστατικό (το) | (major) constituent |
κύριο φωνήεν (το) | cardinal vowel |
κυριλλικό αλφάβητο | cyrillic alphabet |
κύριο λήμμα (το) | headword |
κύριο ρήμα (το) | main verb |
κύριο λήμμα (το) | main-entry |
κύριο όνομα (το) | nomen proprium |
κύριοι χρόνοι (οι) | primary tense |
κύριο όνομα | proper name |
κύριο όνομα | proper noun |