ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1170 results
Greek Term English Term
κυματογράφος (ο) kymograph
κύρια πρόταση (η) main clause
κύρια πηγή (η) main source
κύρια λεξική κατηγορία (η) major lexical category
κύρια πρόταση (η) major sentence
κύρια πρόταση (η) matrix sentence
κύρια πρόταση (η) matrix string
κυματιστή γραμμή (η) swung dash
κυμάτωση undulation
κυματομορφή wave form