ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
εξωγλωσσικό συμφραστικό πλαίσιο (το) | context |
εξωγλωσσικός | exoglossic |
εξωγραμματικές ιδιωματικές φράσεις (οι) | extragrammatical idioms |
εξωγλωσσικός | extralinguistic |
εξωγλωσσικό περιβάλλον | extralinguistic environment |
εξωθέτω | extrapose |
εξωθέτηση | extraposition |
εξωθέτηση από την ΟΦ (η) | extraposition from np |
εξωθετικό it | extrapositive it |
εξωθετικό it | extrapositive it |