ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
βαθεία πτώση (η) | abstract case |
βαρεία (η) | accent grave |
βαθμός αποδεκτότητας (ο) | acceptability rating |
βαθμός επάρκειας (ο) | adequacy rank |
Βελτιώνω | ameliorate |
βελτίωση (η) | amelioration |
βελτίωση σημασίας (η) | amelioration meaning |
βέλος (το) | arrow |
βάση άρθρωσης (η) | articulation base |
βεβαίωση (η) | assertion |