ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αναπτύσσω | expand |
αναπτύσσομαι | expand |
αναπτυγμένη/ εξελιγμένη πίτζιν (η) | expanded pidgin |
ανάπτυξη | expansion |
αυξανόμενος χρόνος (ο) | exponential time |
αρχή της διευρυμένης προβολής | extended projection principle |
αποσπώ | extract |
άσχετη ομιλία | extraneous speech |
αλληλεπίδραση πρόσωπο με πρόσωπο (η) | face to face interaction |
ανάγκες προσώπου | face wants |