ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
πολλαπλή παλινδρόμηση (η) multiple regression
πολλαπλή ερώτηση-wh (η) multiple wh-question
πολλαπλά διακλαδούμενη δομή (η) multiple-branching construction
ερώτηση πολλαπλής επιλογής (η) multiple-choice item
Πολυνήματο δίκτυο (το) Multiplex network
πολλαπλώς αμφίσημος,-η,-ο multiply ambiguous
πολλαπλών στρωμάτων multistratal
πολυσύλλαβος,-η,-ο multisyllabic
πολυδιεργασία (η) multitasking
πολυμεταβλητά δεδομένα (τα) multivariate data