ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
τμηματικός,-ή,-ό | modular |
υποσυστημικός-ή-ό | modular |
υποσυστημική προσέγγιση (η) | modular approach |
υποσυστημικότητα (η) | modularity |
τμηματικότητα (η) | modularity |
στοιχειακότητα (η) | modularity |
υποσυστημικότητα (η), τμηματικότητα (η), στοιχειακότητα (η) | modularity |
ρυθμίζω | modulate |
διαμόρφωση (η) | modulation |
Ρύθμιση (η) | modulation |