ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
μονοσθενής κατηγορία (η) monad
Μοναδικός-ή-ό monadic
μόνημα (το) moneme
Μογκολικά (τα) Mongolian
εποπτικός μηχανισμός (ο) monitor
εποπτικό κόρπους (το), κόρπους ελέγχου (το) monitor corpus
υπόθεση του εποπτικού μηχανισμου (η) monitor hypothesis
μοντέλο (εσωτερικού) ελέγχου (το) monitor model
μοντέλο εποπτικού μηχανισμού (το) monitor model
έλεγχος (ο) monitoring