ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
αθροιστής (ο) | lumper |
πνεύμονες (οι) | lungs |
Λούο (η) (γλώσσα) | Luo |
λουβική (η) | Luvian |
δάνειο πολυτελείας (το) | luxury loan |
Λεττονικά (τα) | LV |
λυκική (η) | Lycian |
λυδική (η) | Lydian |
νόμος του Λάιμαν (ο) | Lyman’s Law |
μέγιστη δομική επιβολή (η) | m-command |