ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Κέρμα LT (Γλωσσικής Τεχνολογίας) (το) | LT Chunk |
Αναγνωριστής Μέρους του Λόγου LT (Γλωσσικής Τεχνολογίας) (ο) | LTPOS |
Λούμπα (η) (γλώσσα) | Luba |
μέθοδος «κληρωτίδας» (η) | lucky dip approach |
LUCY (το) (κόρπους) | LUCY |
λογοπαικτικός,-ή,-ό | ludic |
λογοπαικτικότητα (η) | ludicity |
Λογοπαίγνιο (το), περιπαικτικός λόγος (ο) | ludling |
λογοπαίγνιο (το) | ludling |
Λουγκάντα | Luganda |