ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
Λεξικοτακτικά (στρώματα) (τα) | lexotactics |
Λεζγκιανή (η) (γλώσσα) | Lezgian |
ΛΔ (Λογική Δομή) | LF (Logical Form) |
ΛΔ σύγκλιση (η) | LF-convergence |
ΛΛΓ (Λεξική-Λειτουργική Γραμματική) | LFG |
λιεζόν (η) | liaison |
συνεκφώνηση (η) | liaison |
συνεκφορά (η) | liaison |
λιεζόν (liaison) (η), συνεκφώνηση (η), υφέν (το), συνεκφορά (η) | liaison |
μετακανόνας αποδέσμευσης (ο) | liberation metarule |