ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
| Greek Term | English Term |
|---|---|
| ταυτιζόμενα στοιχεία (τα) | identical items |
| ταυτότητα (η) | identification |
| ταυτοποίηση (η) | identification |
| αναγνωριστικό (το) | identifier |
| Ταυτότητα (η) | Identity (ident) |
| περιορισμός ταυτότητας (ο) | identity constraint |
| ουδέτερο στοιχείο (το) | identity element for addition |
| μοναδιαίο στοιχείο (το) | identity element for multipication |
| Λειτουργία ταυτότητας (η) | Identity operation |
| αποτέλεσμα της ταυτοτικής προέγερσης (το) | identity priming effect |