ALL Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Greek Term | English Term |
---|---|
θεωρία των δύο πεδίων (η) | two-field theory |
διμοραϊκές συλλαβές | two-mora |
διθέσια αντίστροφα αντώνυμα | two-place opposites |
διθέσιο κατηγόρημα (το) | two-place predicate |
φάσμα διπλής όψης | two-sided spectrum |
διπλοκατευθυντικό λεξικό (το) | two-way dictionary |
τύπος (ο) | type |
είδος (το) | type |
Τύπος2 (ο), είδος (το) | type |
γραμματική τύπου 0 | type 0 grammar |