ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

16348 results
Greek Term English Term
φασματική ανάλυση (η) spectral analysis
φασματικές κορυφές spectral peaks
φασματογράφημα spectrogram
φασματογράφος (ο) spectrograph
φάσμα (το) spectrum
Φάσμα (το) spectrum / range
θεωρησιακή γραμματική speculative grammar
θεωρησιακοί γραμματικοί (οι) speculative grammarians
ομιλία (η) speech
φωνή speech