ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

284 results
Greek Term English Term
Χόπι (η) (γλώσσα) Hopi
Χσιανγκ (η) (γλώσσα) Hsiang
χιουμοριστικός ορισμός (ο) humorous definition
Χουρριτική (η) (γλώσσα) Hurrian
χαϊδευτικό (το) hypocoristic
χτύπημα (το) Ictus
χαρακτηριστικό έγκλισης (το) inflection feature
χώρος εισόδου (ο) input spaces
χωρισμός επιτονικών φράσεων (ο) intonational phrasing
Χακαλτέκ (η) (γλώσσα) Jacaltec