ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

284 results
Greek Term English Term
χαριστικός,-ή,-ό benefactive
χαρακτηροσειρά (η) character string
χάρτης (ο) chart
Χε (η) (γλώσσα)
Χε (η) (γλώσσα) Gêan
Χαράρι (η) (γλώσσα) Harari
Χάτσα (η) (γλώσσα) Hatsa
χασμωδία (η) hiatus
Χε (η) (γλώσσα) Je
Χε (η) (γλώσσα)