ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
μετάπτωση (η) ablaut
μετάπτωση (η) Abstufung
μετάπτωση (η) Abtönung
Μετάπλαση (η), μεταπλασμός (ο) conversion
μεταπλαστικοί κανόνες conversion rules
μετάπτωση (η) gradation
μεταπλασμός (ο) metaplasm
μεταπροσδιοριστής (ο) post-determiner
μεταπτώσεις transitions
μετάπτωση/ Σταδιακή τροπή φωνήεντος (η) vowel gradation