ALL        Α   Β   Γ   Δ   Ε   Ζ   Η   Θ   Ι   Κ   Λ   Μ   Ν   Ξ   Ο   Π   Ρ   Σ   Τ   Υ   Φ   Χ   Ψ   Ω 

1173 results
Greek Term English Term
μεταρηματικός-ή-ό deverbative
μετασυστηματικά λάθη (τα) post systematic errors
μεταραχιαίος,-α,-ο post-dorsal
μεταραχιαίο ουρανικό (το) post-dorsal velar
Μεταρρινικός-ή-ό post-nasal
μεταστρουκτουραλισμός (ο) post-structuralism
μεταρθρωτικός post-verbal
μετασχηματισμοί αναδιάταξης reordering transformation
μεταρρύθμιση γραφής (η) script reform
μετασχηματίζω transform